Συχνά ερωτήματα για τις κακοήθεις νεοπλασίες
Ο άνθρωπος είναι ένας πολυκύτταρος οργανισμός, δηλ. το σώμα του αποτελείται από πολλά ( πάρα πολλά: περισσότερα από 30 τρισεκατομμύρια) κύτταρα. Η ζωή των πολυκύτταρων οργανισμών στηρίζεται στην αρμονική και σύμφωνα με συγκεκριμένους κανόνες συμπεριφορά των κυττάρων τους, τόσο σε ό,τι αφορά την εξειδίκευση που το καθένα τους έχει αποκτήσει για να πραγματοποιεί συγκεκριμένη/ες λειτουργία/ λειτουργίες όσο και σ’ ό,τι αφορά τον τρόπο, πολλαπλασιασμού και θανάτου τους. Τα κύτταρα του σώματος μας ανανεώνονται με τη γένεση νέων κυττάρων, για να αντισταθμίσουν τη φθορά που υφίστανται. Πεθαίνουν δε φυσιολογικά, όπως είναι προγραμματισμένο, με μια διαδικασία που είναι γνωστή με την ονομασία απόπτωση ( αν αυτό δεν συνέβαινε, τότε το ανθρώπινο σώμα θα μεγάλωνε συνεχώς και θα αποκτούσε ένα ασύλληπτα μεγάλο μέγεθος) . Αυτή η ισορροπημένη ( ελεγχόμενη) ανανέωση και ανάπτυξη μπορεί να διαταραχθεί σε κάποιο κύτταρο ή κύτταρα του σώματος και αυτά να αρχίσουν να πολλαπλασιάζονται ανεξέλεγκτα και να αρνούνται να πεθάνουν (αποκτώντας έτσι ένα είδος αθανασίας). Αυτή είναι η κακοήθης εξαλλαγή, η οποία οδηγεί λόγω της αύξησης του αριθμού των κακοήθων κυττάρων στη δημιουργία μίας πρόσθετης μάζας (δηλ. ενός όγκου) στην περιοχή που εμφανίστηκε. Όταν ο όγκος αφορά όργανα με επιθήλιο, τότε η κακοήθης νεοπλασία χαρακτηρίζεται ως καρκίνος. Αν ο ανεξέλεγκτος πολλαπλασιασμός αφορά κύτταρα του αίματος, τότε δεν σχηματίζεται ένας όγκος αλλά αυξάνεται πάρα πολύ η κυτταρική σειρά του αίματος που διαταράχθηκε και διογκώνονται οι λεμφαδένες και όπου αλλού υπάρχει αντίστοιχος ιστός. Τότε γίνεται αναφορά όχι σε καρκίνο, αλλά σε αιματολογική κακοήθεια (π.χ. λευχαιμία, λέμφωμα). Αν τα κακοήθη κύτταρα αφορούν τα οστά και τους μαλακούς – συνδετικούς- ιστους του σώματος(π.χ. λίπος, μύες, ινώδεις δεσμίδες) τότε η κακοήθεια ορίζεται ως σάρκωμα.
Καθώς ο αριθμός των κακοήθων κυττάρων ( των καρκινικών για ευκολία έκφρασης) αυξάνει, αυτά εισχωρούν στους χώρους που βρίσκονται ανάμεσα στα γειτονικά τους φυσιολογικά κύτταρα ( δηλ. διηθούν τους γύρω φυσιολογικούς ιστούς), ενώ κάποια απ’ αυτά διαπερνούν το περίβλημα των μικρών αγγείων και πέφτουν μέσα σ’ αυτά και καθώς το αίμα και η λέμφος ρέουν, με την κυκλοφορία τους μεταφέρονται σε άλλα σημεία του σώματος όπου μπορούν να δημιουργήσουν νέες αποικίες καρκινικών κυττάρων (μεταστάσεις). Με την πίεση και διάβρωση των ιστών που προκαλεί τοπικά η αύξηση του μεγέθους του όγκου και των μεταστάσεων του, με την απομύζηση των «χυμών» του οργανισμού από το μεγάλο πληθυσμό των νέων αφύσικων κυττάρων , με την ελαττωμένη ή ανώμαλη απόδοση του οργάνου στο οποίο αναπτύχθηκαν τα καρκινικά κύτταρα και με την παραγωγή ουσιών που «δηλητηριάζουν» το σώμα, άλλοτε πιο γρήγορα και άλλοτε πιο αργά καταρρέουν οι φυσιολογικές λειτουργίες και ο οργανισμός που φιλοξενεί τον καρκίνο οδηγείται σε μαρασμό και στο θάνατο.
Αυτή είναι σε γενικές γραμμές η διαδικασία ανάπτυξης και εξέλιξης του καρκίνου ή σωστότερα των κακοήθων νεοπλασιών. Μία διαδικασία περίπλοκη, όπου εμπλέκονται μία σειρά από χημικές ουσίες και αντιδράσεις, καθώς αυτή είναι η γλώσσα που επικοινωνούν και ο τρόπος που ζουν τα κύτταρα του οργανισμού μας.
Ο καρκίνος είναι ασθένεια που προκαλείται από τη διαταραχή της ανάπτυξης των κυττάρων. Αυτή με τη σειρά της οφείλεται σε μη σωστή λειτουργία, σε βλάβη, του γενετικού υλικού.

Όλες οι ρυθμίσεις σχετικά με τη ζωή και το θάνατο ενός κυττάρου είναι αποθηκευμένες στο DNA που βρίσκεται στον πυρήνα των κυττάρων. Το DNA, που είναι μια μεγάλη χημική ένωση στον πυρήνα των κυττάρων, μπορεί να παρομοιαστεί με ένα πολυσέλιδο βιβλίο όπου είναι γραμμένες όλες οι οδηγίες που ρυθμίζουν τη ζωή, τη λειτουργία και τον φυσιολογικό θάνατο του κάθε κυττάρου.
Σε αυτό το βιβλίο, αντί για γράμματα χρησιμοποιούνται χημικές ουσίες και αντί για λέξεις ή παραγράφους υπάρχουν τα γονίδια. Ο ανθρώπινος οργανισμός αποτελείται από κύτταρα που προήλθαν από ένα και μοναδικό κύτταρο που δημιουργήθηκε από την ένωση σπερματοζωαρίου και ωαρίου.

Όλο το βιβλίο (το DNA) του πρώτου κυττάρου μεταβιβάζεται στη συνέχεια σ’ όλα τα κύτταρα του οργανισμού που θα δημιουργηθούν. Οι διαφορές που υπάρχουν μεταξύ των κυττάρων του σώματος μας, τόσο σε μορφή όσο και σε λειτουργία, οφείλονται στο γεγονός πως κάθε ιδιαίτερη ομάδα κυττάρων έχει ανοικτές για διάβασμα διαφορετικές, συγκεκριμένες για την κάθε μία, σελίδες ή παραγράφους από το βιβλίο της ζωής, πέρα από τις βασικές που είναι ίδιες σε όλα τα κύτταρα. Αυτές οι ιδιαίτερες σελίδες καθορίζουν τις ξεχωριστές λειτουργίες που πρέπει να εκτελέσει. Δηλαδή, σε κάθε ομάδα κυττάρων που επιτελεί ένα ξεχωριστό έργο, στους διάφορους ιστούς και όργανα του σώματος, είναι ενεργοποιημένα ( δίνουν εντολές) κάποια συγκεκριμένα για την περίπτωση γονίδια, που σε άλλα κύτταρα είναι αδρανή. Μέσω, λοιπόν της καθοδήγησης από το DNA το κύτταρο αναπτύσσεται, παράγει το έργο για το οποίο είναι προγραμματισμένο, πολλαπλασιάζεται και πεθαίνει. Να σημειωθεί πως ακόμα και σε κύτταρα της ίδιας ομάδας ( ιστού, οργάνου) δεν είναι σε κάθε χρονική περίοδο ή στιγμή ενεργοποιημένα τα ίδια πάντοτε γονίδια. Υπολογίζεται ότι περίπου μόνο το 1,5 – 5% των γονιδίων που περιέχονται στο DNA είναι ενεργά. Το άλλο, το πολύ μεγάλο τμήμα του γονιδιώματος, είναι ανενεργό ( ή τουλάχιστον δεν γνωρίζουμε ανέχουν κάποιο συγκεκριμένο ρόλο και ποιός είνα αυτός). Εκτιμάται ότι αυτό το ανενεργό γενετικό υλικό επηρεάζει τον τρόπο έκφρασης των ενεργών γονιδίων, χωρίς να γνωρίζουμε πως αυτό συμβαίνει.
Συχνά αυτή η πολύπλοκη διαδικασία, ιδίως σε ότι αφορά τις εντολές και την υλοποίηση του πολλαπλασιασμού των κυττάρων, μπορεί να διαταραχθεί, κάτω από την επίδραση εξωτερικών κυρίως παραγόντων. Τότε υπάρχει ο κίνδυνος να χαθεί ο έλεγχος και κάποια κύτταρα να αρχίσουν να πολλαπλασιάζονται ανεξέλεγκτα. Και γι΄ αυτές τις περιπτώσεις υπάρχουν μηχανισμοί αυτοπροστασίας των κυττάρων με ενεργοποίηση ειδικών γονιδίων που εποπτεύουν τη σωστή διαδικασία και δεν αφήνουν να συμβούν ανεξέλεγκτες καταστάσεις ή να παραχθούν ελαττωματικά κύτταρα, ενώ πάλι κάποια άλλα γονίδια είναι επιφορτισμένα να επισκευάζουν τυχόν βλάβες που παρ’ όλες τις αυτορρυθμίσεις εμφανίζονται στο γενετικό υλικό. Χάρις σε αυτούς τους μηχανισμούς και στον έλεγχο που επιπλέον μπορεί να ασκήσει το ανοσοποιητικό σύστημα παραμένει η κατάσταση σταθερή, παρά το γεγονός πως στη διάρκεια της ζωής πραγματοποιείται αμέτρητος αριθμός πολλαπλασιασμών στα κύτταρα του σώματος μας.
Παρόλα αυτά, κάποιες βλάβες που συμβαίνουν στα γονίδια, που στη συνέχεια οδηγούν σε μη φυσιολογικές συμπεριφορές, μπορούν να μην επισκευαστούν και έτσι να εγκατασταθούν και να γίνουν μόνιμες. Οι βλάβες στα γονίδια λέγονται μεταλλάξεις. Τα γονίδια, όμως, όχι μόνο χαλάνε, μπερδεύονται τα γράμματα τους, αλλά και ενεργοποιούνται ή αναστέλλεται ή δράση τους κάτω από την επίδραση εξωτερικών παραγόντων, χωρίς να έχουν πάθει κάποιο γραμματικό λάθος, μετάλλαξη, σαν ένα ξεθώριασμα ή μελάνιασμα ή μεγένθυση των γραμμάτων στην παρομοίωση του DNA σαν βιβλίο) και αυτές οι επιδράσεις στη λειτουργία των γονιδίων, αλλά και της ζωής των κυττάρων, ονομάζονται επιγενετικές. Και στη μία και στην άλλη περίπτωση το κύτταρο ή τα κύτταρα με τις βλάβες που έχουν υποστεί δεν μπορούν να επιτελέσουν σωστά τη λειτουργία για την οποία είναι υπεύθυνα, ή να ακολουθήσουν τον προγραμματισμένο γι΄αυτά κύκλο ζωής.
Τα χαλασμένα, μεταλλαγμένα , γονίδια μπορεί να μην προκαλέσουν άμεσα ζημιά, είτε γιατί η βλάβη τους δεν είναι τόσο σημαντική , είτε γιατί τα ειδικά γονίδια καταφέρνουν να την επισκευάσουν ή να εξισορροπήσουν την ελαττωματική επίδραση τους ή τέλος με το να εμποδιστεί το χαλασμένο κύτταρο να δώσει ελαττωματικούς απογόνους και έτσι να σταματήσει ο πολλαπλασιασμός του. Αν όμως στη συνέχεια εξακολουθήσουν να προκαλούνται και άλλες βλάβες ( και άλλα «χτυπήματα») στο γενετικό υλικό των πειραγμένων κυττάρων, τότε οι μεταλλάξεις είναι ουσιώδεις και η εξαλλαγή τους σε καρκινικά γίνεται οριστική και μη αναστρέψιμη.
Αν δε στη συνέχεια καταφέρουν και αποκρούσουν την προσπάθεια του οργανισμού, που γίνεται μέσω των γειτονικών φυσιολογικών κυττάρων και των κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος, να τα εξολοθρεύσει, τότε συνεχίζουν την ανάπτυξη τους και πολλαπλασιάζονται ανεξέλεκτα, απειλώντας τη ζωή όλου του οργανισμού.
Όλη αυτή η πολυσταδιακή διαδικασία με την οποία γεννιέται ένας κακοήθης όγκος, λέγεται καρκινογένεση. Θα πρέπει δε να επισημανθεί ότι τα λάθη που γίνονται στο γενετικό υλικό των καρκινικών κυττάρων δεν σταματούν μόλις προκύψει ο καρκίνος, αλλά συνεχίζουν να συμβαίνουν – και μάλιστα με ταχύτερο ρυθμό- και στη διάρκεια της εξέλιξης της ανάπτυξης του όγκου. Αυτές οι αλλαγές επηρεάζουν τη συμπεριφορά των καρκινικών κυττάρων ( αλλάζουν τα χαρακτηριστικά τους), γεγονός που προκαλεί δυσκολίες στις θεραπείες που εφαρμόζονται. Γενικά οι καρκίνοι αποτελούνται από κύτταρα που είναι γενετικά ασταθή.
Υ.Σ. Ένα γονίδιο δεν είναι μία μονάδα, ένα μόριο στην αλυσίδα του DNA. Είναι ένα τμήμα του, που περιέχει σε συγκεκριμένη διάταξη χιλιάδες παρατεταγμένα βασικά μόρια( νουκλεοτίδια). Το κάθε γονίδιο, απ’ αυτά που είναι ενεργά (γιατί σε κάθε χρωμόσωμα όπως αναφέραμε δεν είναι όλα τα γονίδια ενεργά) κωδικοποιεί ( δηλ δίνει εντολή) να φτιαχτεί κάποια συγκεκριμένη πρωτεΐνη, η οποία με τη σειρά της συμβάλει σε συγκεκριμένη λειτουργία στη ζωή ενός κυττάρου. Εκτός από τον όρο κωδικοποιεί, χρησιμοποιείται και ο όρος « εκφράζει» για να υποδηλώσει την πρωτεΐνη για την οποία δίνει εντολή το κάθε γονίδιο.
Σε πολύ γενικές γραμμές, στα νεαρής ηλικίας άτομα εκτός της κληρονομικότητας, ένα μεγάλο ποσοστό μπορεί να αποδοθεί σε μία μεγαλύτερη ευενδοτότητα των γονιδίων (σε μία προδιάθεση τους ) που τα καθιστά επιρρεπή να “χαλάσουν” ή να είναι πιο ευαίσθητα στην ολιγόχρονη κατά κανόνα επίδραση καρκινογόνων παραγόντων ( σε σύγκριση με την μακροχρόνια σε μεγάλης ηλικίας ανθρώπους).
Το κάθε κύτταρο μεταφέρει στους απογόνους του το γενετικό υλικό του.
Το DNA κάθε κυττάρου του σώματος μας σχηματίζεται από δύο συμπληρωματικές έλικες, που η μία έχει κληρονομηθεί από τον πατέρα και η άλλη από την μητέρα. Οι έλικες συνδέονται έτσι που η μία να αποτελεί αντανάκλαση της άλλης σε ότι αφορά τη δομή της. Τα σπερματοζωάρια και τα ωάρια είναι τα μόνα κύτταρα που όταν φτιάχνονται, έχουν από μία έλικα DNA. Με την ένωση τους προκύπτει ένα νέο κύτταρο ( αρχή ενός νέου οργανισμού) που πλέον είναι ακέραιο έχοντας μία διπλή έλικα DNA, μία από κάθε γονιό. Στο νέο κύτταρο και στα επόμενα που θα προκύψουν από τον πολλαπλασιασμό του θα περιέχονται αντίστοιχα δύο φορές τα ίδια γονίδια, ένα από κάθε γονιό. Από τα ζευγάρια των γονιδίων ένα είναι αυτό που επικρατεί ( επικρατούν) και δίνει τον «τόνο» στην αντίστοιχη λειτουργία που επιβλέπει. Το άλλο είναι σιωπηλό, υπολείπεται ( υπολειπόμενο).
Το πρώτο κύτταρο, το γονιμοποιηθέν ωάριο, όπως προαναφέρθηκε θα πολλαπλασιαστεί, δίνοντας δύο κύτταρα με το νέο γενετικό υλικό που φτιάχτηκε απ’ αυτό της μάνας και του πατέρα. Αυτά με τη σειρά τους θα γίνουν τέσσερα, τα τέσσερα οκτώ κ.ο.κ. Αυτός ο τρόπος πολλαπλασιασμού των κυττάρων ( διπλασιασμού τους), στον οποίον αναπαράγεται διπλή έλικα DNA, λέγεται μίτωση. Και είναι αυτός που ακολουθούν όλα τα κύτταρα πλήν αυτών από τα οποία προκύπτουν τα σπερματοζωάρια και τα ωάρια ( ο τρόπος πολλαπλασιασμού με το μισό γενετικό υλικό λέγεται μείωση).
Κληρονομική μετάδοση μίας ασθένειας ( στην περίπτωση μας κληρονομικό καρκίνο) έχουμε όταν οι γονείς κληροδοτούν στα παιδιά τους έλικα του DNA που περιέχει κάποια χαλασμένα γονίδια (μεταλλαγμένα). Και αυτά τα χαλασμένα γονίδια πρέπει να βρίσκονται στο σπερματοζωάριο ή/και στο ωάριο ( στα γαμετικά κύτταρα). Έτσι όταν γίνει η γονιμοποίηση και προκύψει το νέο κύτταρο, αυτό θα περιέχει τα χαλασμένα γονίδια τα οποία θα μεταδοθούν και θα βρίσκονται πλέον σε όλα τα κύτταρα που θα προκύψουν στη συνέχεια, σε όλα δηλ. τα κύτταρα του νέου οργανισμού. Τη νόσο με την οποία συνδέεται το χαλασμένο γονίδιο ( στην περίπτωση μας ο καρκίνος) θα την εκδηλώσει όχι σε όλα τα κύτταρα του σώματος, αλλά σε εκείνα του ή των οργάνων με τα οποία σχετίζεται ή επηρεάζει η δράση του χαλασμένου γονιδίου.
Από την άλλη, όμως, βλάβες στα γονίδια των κυττάρων του οργανισμού συμβαίνουν και αργότερα σε κάποια στιγμή της ζωής, είτε γιατί κάποιος εξωτερικός παράγοντας επέδρασε και τα χάλασε, είτε γιατί κάτι πήγε «στραβά» στη λειτουργία του πολλαπλασιασμού των κυττάρων, είτε γιατί συσωρεύτηκε «χημική σκουριά»( ας επιτραπεί η έκφραση) στη περιοχή γύρω από το DNA. Αυτές οι βλάβες στο DNA ( οι μεταλλάξεις) ονομάζονται και σωματικές. Αυτό το είδος καρκίνου, που ξεκινά από βλάβες στα κύτταρα που δεν σχετίζεται με κληρονομική μετάδοση, λέγεται σποραδικός καρκίνος.
Ο καρκίνος σε ένα μικρό ποσοστό (λιγότερο από 10%) φαίνεται να οφείλεται σε κληρονομούμενα ελαττωματικά γονίδια. Αυτό έχει διαπιστωθεί να ισχύει και σε συχνές μορφές καρκίνου, όπως είναι π.χ. του παχέος εντέρου και του μαστού. Η κληρονομική επιβάρυνση βεβαίως δεν είναι απόλυτη, δηλαδή δεν σημαίνει ότι όλα τα παιδιά γονιών με μεταλλαγμένα γονίδια, θα αναπτύξουν καρκίνο.
Από την άλλη, το να εμφανίσει κάποιος άνθρωπος σε κάποια στιγμή της ζωής του καρκίνο δεν σημαίνει ότι στη συνέχεια θα “κληροδοτήσει” στα παιδιά του την αρρώστια, γιατί όπως αναφέραμε συνήθως οι βλάβες που οδηγούν στον καρκίνο συμβαίνουν σε κάποια σωματικά κύτταρα του οργανισμού ( π.χ. στο μαστό) και όχι στα γαμετικά κύτταρα ( δηλ. στα σπερματοζωάρια ή τα ωάρια). Ακόμη και όταν εμφανίσουν καρκίνο ορισμένα μέλη μιας οικογένειας, αυτό δεν σημαίνει ότι υπάρχει κληρονομικότητα. Ο καρκίνος είναι τόσο συχνός, που είναι λογικό να “τύχει” σε περισσότερα από ένα μέλη μιας οικογένειας. Στις περιπτώσεις αυτές γίνεται αναφορά σε “οικογενειακό ιστορικό” καρκίνου, που φαίνεται ότι είναι ένας παράγοντας αυξημένου κινδύνου για τα μέλη της οικογένειας, ιδίως μεταξυ των συγγενών α’ και β’ βαθμού.
Να επαναληφθεί, γιατί υπάρχει διαδεδομένη σύγχυση πως άλλο βλάβη στο γενετικό υλικό (στα γονίδια) και άλλο κληρονομικότητα ( μεταφορά χαλασμένων γονιδίων από τους γονείς στα παιδιά)